Βρέθηκα στη στάση του λεωφορείου να χαζεύω ένα χαριτωμένο σκύλο με ένα παπούτσι camper- από εκείνα τα μπαλαρινέ με το λουράκι και ένα παιδιάστικο σχέδιο στην άκρη- στο στόμα. Χαμογέλασα στο θέαμα. Και ήταν αρκετό. Το σκυλάκι, πέταξε το παπούτσι και έτρεξε πάνω μου. Ή μάλλον πάνω στη μπότα μου, αφού άρχισε να χοροπηδάει όλο χαρά μπροστά μου, γεμάτος ενθουσιασμό για τα κορδόνια που κρέμονταν στο πίσω μέρος του υποδήματος και άρχισε να τα δαγκώνει. Εγώ (πολιτισμένα) τον παρότρυνα να ασχοληθεί με το δικό του παπούτσι, ώσπου ένας καλός κύριος, ήρθε και με γλίτωσε, μιας και όσο και αν τα συμπαθώ δε ξέρω πως να τα διώξω από κοντά μου. Τελικά, ο χαριτωμένος σκύλος εξαφανίστηκε για λίγα λεπτά και επέστρεψε με μία δερμάτινη ροζ μπότα στα δόντια-άγνωστης μάρκας αυτή τη φορά. Και τότε κατάλαβα ότι, ο χαριτωμένος σκύλος ήταν μάλλον λίγο αχόρταγος. Και με το δίκιο του μάλλον, αφού στην αγορά κυκλοφορούν πολλά ωραία σχέδια.
Αν είσαι ευτυχισμένος με κάτι όμως, απορώ, γιατί πρέπει να το αλλάξεις; Είναι η αίσθηση του ριψοκίνδυνου που μας ωθεί σε νέες περιπέτειες; Είναι μήπως η αίσθηση του ανικανοποίητου; Είναι η ακόρεστη επιθυμία για την απόκτηση των αγαθών-συμβόλων επιτυχίας και δύναμης; Είναι, ίσως, η ανάγκη μας να επιβραβεύουμε τον εαυτό μας με ότι καλύτερο μπορούμε να του προσφέρουμε; Τι μας κάνει τόσο αχόρταγους; Και από την άλλη, αν κάποιος άλλος είναι ευτυχισμένος, γιατί επιθυμούμε διακαώς να τον δούμε ενεργό μέλος στο κλαμπ των δυστυχισμένων; Γιατί τρέχουμε με μανία και μίσος παράλογο και αδικαιολόγητο να μπούμε ανάμεσα σε εκείνους που είναι τόσο καλά μαζί; Και αν τύχει και κάποιος δεν είναι και πολύ καλά, τότε γιατί κανείς μας δε θέλει να ανταλλάξει τη θέση του με τη δική του; Θεωρούμε πως δεν είναι δίκαιη η ανταλλαγή ή τότε λειτουργούν τα ηθικοπλαστικά μας ένστικτα; Δε θέλουμε να χάσουμε τα δικά μας, αλλά με αμέριστη χαρά και ίχνος ενοχής θα αρπάζαμε ότι μπορούσαμε από τους άλλους. Παράξενοι που ήμαστε ώρες ώρες οι άνθρωποι.
Πότε ένας άνθρωπος μαθαίνει τη θέση του; Δε θυμάμαι να μας δίδασκαν κάτι τέτοιο στο δημοτικό, παρόλα αυτά σχεδόν όλοι ξέραμε καλά που μας έπαιρνε να φυτρώνουμε χωρίς να μας έχουν σπείρει. Αν ένας άνθρωπος, έχει μεγαλώσει και δε γνωρίζει τα νοητά όριά του από τους υπόλοιπους, ποιος είναι ο αρμόδιος να του τα υποδείξει; Μπορεί κανείς; Και αν τα όρια είναι νοητά, πως είμαστε σίγουροι ότι, έχουν προσδιοριστεί σωστά;
Και ας υποθέσουμε ότι, τα όρια είναι ξεκάθαρα και αντιληπτά για όλα τα κοινωνικά μέλη. Ας υποθέσουμε επίσης, πως τα πλεονεκτικά και ακόρεστα ιδεώδη του κάθε ανθρώπου έχουν εκπληρωθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μπορούμε τότε να καταλήξουμε με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι, θα είμαστε απόλυτα εναρμονισμένοι στη σαφώς προσδιορισμένη θέση που μας αναλογεί; Ο συλλογισμός δε μπορεί να είναι ούτε παραγωγικός, ούτε επαγωγικός. Είμαι σχεδόν σίγουρη πως, η συλλογιστική αυτή πορεία είναι, είτε ουτοπική (πράγμα καλό, γιατί υποδηλώνει ελπίδα και ανθρωπιστικό όραμα), είτε παράλογη (πράγμα κακό, γιατί φέρνει στην επιφάνεια ψυχαναγκασμούς ξεχασμένους και αδιάφορους).
Δεν είμαι σίγουρη για το πως έγιναν όλα αυτά. Γιατί ακόμη και αν θεωρήσουμε το εγχείρημα τέλειο, πρέπει να ανακαλύψουμε αυτόν που το κατέστρεψε. Στην αντίθετη περίπτωση, πρέπει να θεωρήσουμε το έργο αποτυχημένο από τη γέννησή του. Και ποιος είναι τόσο θαρραλέος για να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο project manager?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.